
Κάποιες φορές τα σχόλια στα ποστ υπερβαίνουν, όχι μόνο το ποστ αυτό καθ' αυτό, αλλά και την καλύτερη πρόθεση ανάρτησης. Μου έχει συμβεί πολλές φορές τα σχόλιά σας να με κάνουν να ντρέπομαι για την ένδεια μιας ανάρτησης, μπροστά σε ότι αυτή εξελίσσεται με τις παρεμβάσεις σας. Με το προφίλ artois, πρώην OBSERVER συμβαίνει συχνά. Έτσι σκέφτηκα να μην αφήσω αυτό το σχόλιο κρυμμένο. Το παραθέτω λοιπόν προς τέρψιν και απόλαυσιν απάντων των εραστών της ποίησης, ευχαριστώντας θερμά για την προσφορά και την τιμή!
Το παραθέτω ακριβώς όπως ετέθη:
Κι επειδή δεν μπορώ να αντισταθώ στην αναφορά της Άτγουντ, θα περάσω στα σχόλιά σου – σε παγκόσμια πρώτη :-) - ένα έξοχο, [κατά την κρίση μου], ποίημά της από την συλλογή "Πρωί στο καμένο σπίτι", μεταφρασμένο από την Δώρα Στυλιανίδου - (ολόκληρη η συλλογή δημοσιεύθηκε στην Οδό Πανός, τ.111). Νομίζω πως θα αρέσει και σ' εσένα.
Η δεσποινίς Τζούλη γερνάει
Πόσο καιρό ακόμη μπορώ να διατηρήσω
την συμφοριασμένη μου γοητεία;
Όχι πολύ ακόμα.
Οι γόβες με τους φιόγκους, τα πονηρά εσώρουχα με τα σλόγκαν στο καβάλο
Κτύπα εδώ
και άλλα τέτοια
θα πρέπει να πεταχτούν, μαζί με
τη στολή της γάτας.
Μετά από καιρό ξεχνάς
πώς πραγματικά μοιάζεις.
Παριστάνεις ότι δεν σε νοιάζει.
Όταν ήμουνα νέα έριχνα τα μαλλιά μου μπροστά, σκεπάζοντας το ένα μάτι, νομίζοντας ότι είμαι τολμηρή,
πηγαίνοντας σινεμά με την κίτρινη φούστα μου στενή σαν μολύβι
και την ελαστική λουλουδάτη ζώντι μου, μάσαγα τσίχλα, άφηνα ίχνη από κραγιόν
σαν ευγνώμονες πλαστικές ανάσες
στα τσιγάρα αντρών
που ούτε καν ήξερα,
και ούτε ήθελα να ξέρω.
Ήταν τέχνη να κουμαντάρεις τους άντρες, έπρεπε νά 'χεις επιδέξια χέρια,
να φυσάς μέσα στα ρουθούνια τους
όπως στα άλογα.
Ήταν κάτι που έκανα καλά,
σαν να έπαιζα φλογέρα,
παρόλο που δεν παίζω.
Στα δάση με τα γκρίζα κοτσάνια
υπάρχουν στάσιμα νερά
μαύρα σαν κατράμι, πνιγμένα
στα καφετιά φύλλα.
Αντανακλούν ένα μπράτσο, έναν ώμο,
με το κατάλληλο φως,
με συννεφιασμένο ουρανό.
Το τρένο περνάει τσιμεντόλακκους, λιβάδια, το χειμωνιάτικο στάρι
στα χωράφια σαν πενιχρό τρίχωμα.
Λαβαίνω ακόμα γράμματα,
αν και λιγότερα.
Μού γράφει ένας άντρας, ζητώντας μου αληθινές ιστορίες για αποτυχημένο σεξ. Ετοιμάζει μια ανθολογία.
Βρήκε το όνομά μου σ' ένα παλιό ημερολόγιο, με τη φωτογραφία μου
που είναι σκέτη μαγκιά και μαργαρίτες, τότε που το δέρμα μου είχε τη χρυσαφένια λάμψη της φρεσκοαλειμμένης μαργαρίνης. Δεν θέλω βιασμούς, λέει,
αλλά απογοητεύσεις,
κάτι σαν τις ηττημένες προσδοκίες. Αγαπητέ Κύριε, απαντώ, δεν έχω κάνει ποτέ! Αποτυχημένο σεξ, δηλαδή.
Δεν ήταν ποτέ το σεξ το πρόβλημα,
ήταν άλλα,
η απουσία των λουλουδιων,
οι θανάσιμες απειλές,
οι συνήθειες του προγεύματος.
Βλέπω ότι χρησιμοποιώ αόριστο.
Παρόλο το αναθυμιαστικό σύννεφο
των δηλητηρίων, σαν ένα λαμπερό κέλυφος αυγού, που σε τύλιξε,
ένα άρωμα δεν χάνεται: απλά απλώνεται και σε καταπίνει. Το σεξ δεν σου κάνει πια σαν ένα φόρεμα που μπήκε
μέσα στην κοινή λογική σου, αυτή που μοιράζεσαι με οτιδήποτε σ' ακούει.
Ο τρόπος που κινείται ο ήλιος
μέσα στον χρόνο αποκτάει νόημα,
οι βρώμικες σταγόνες του βρόχινου νερού
στο παράθυρο, τα βλαστάρια
των θάμνων στις άκρες των δρόμων,
η γυαλάδα του χυμένου πετρελαίου
σ' ένα ανοικτό λάκκο
που γεμίζει λασπόνερα.
Μην με παρεξηγείτε: ακόμα και με
τα φώτα σβηστά
θα παιρνόμουν τώρα με οποιονδήποτε, αν είχα ενεργητικότητα να χαραμίσω. Όμως μετά από καιρό
αυτά τα σαρκικά arpeggios γίνονται βαρετά, σαν να ακούς συνέχεια Μπαχ, υπερβολική λατρεία του ίδιου πράγματος.
Όταν ήμουν τελείως σαρκικιά,
ήμουν τεμπέλα.
Η ζωή μου ήταν εύκολη,
και ήμουν αγνώμων.
Τώρα έχω πολλούς εαυτούς.
Μη με μπερδεύετε με τους αγκώνες μου σαν της κότας:
αυτό που παίρνετε δεν είναι
πια αυτό που φαίνεται.
Read more!