Το καφενείον Ζαχαράτου, στην Ομόνοια, το 1920
Πλατεία Συντάγματος. Αριστερά η οικεία Βούρου, όπου και το καφενείο «Ζαχαράτου». Στο κέντρο η οικία Σκουλούδη και δεξιά το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετάνια», γράφει ο Γιάννης Παπακώστας. Το καφενείο Ζαχαράτου άνοιξε το Δεκέμβριο του 1888, απέναντι από την οικία Βούρου, στην οικία Γιαννοπούλου. Ανήκε στον επιχειρηματία Σπ. Ζαχαράτο, ο οποίος διατηρούσε και άλλα ανάλογα καταστήματα στην περιοχή της Ομονοίας.
Στου Ζαχαράτου λοιπόν σύχναζαν διάφοροι Αθηναίοι. Το μεγαλύτερο όμως μέρος των θαμώνων το αποτελούσαν συνταξιούχοι, υπάλληλοι και στρατιωτικοί, εμπορευόμενοι και κυρίως πολιτευόμενοι. Βουλευτές, ψηφοφόροι, δημοσιογράφοι, στρατιωτικοί. Εκεί ο Κονδυλάκης έγραφε το χρονογράφημα για την εφημερίδα του, οι βουλευτές έκλειναν τα ραντεβού τους με τους επαρχιώτες ψηφοφόρους τους, οι δημοσιογράφοι ολοκλήρωναν τα ρεπορτάζ τους από την Βουλή. Στην συνείδηση των θαμώνων ήταν ένα είδος βουλευτηρίου. Όταν λοιπόν διαδόθηκε η είδηση ότι θα κλείσει για να γίνει κινηματογράφος ο Γεώργιος Σουρής έγραψε το παρακάτω ποίημα:
Κλείνει μέγα καφενείον
αναμνήσεων σπανίων
Μη ρωτάς, ερατεινέ,
για το κράτος - συμφορά του!...
κλάψε για τον καφενέ
μοναχά του Ζαχαράτου.
Το θυμάσαι, Περικλέτο, το μεγάλο καφενείο,
των αργών το Πρυτανείο;
Για θυμήσου τί σπουδαίους
Γερουσίες και σοφαίς!...
ήτον οίστρος ο καφές
και κατέβαζαν ιδέαις.
Και εν πολέμω κι εν ειρήνη
έτρεχε καθείς να κρίνη
τα του κράτους εκεί πέρα.
Κύτταξέ το θλιβερά...
ποία νέα συμφορά
πολλών άλλων χειροτέρα
[...]
Περικλέτο δε βαστώ
να το βλέπω σφαλιστό.
Περικλή μηδαμηνέ,
πούχεις γλώσσα κουσκουδούρα,
δεν μπορώ σε ξεπεσούρα
να κυττώ τον καφενέ.
Όπου θα βγαζε και νέας
εις το μέλλον γερουσίας
ευφραδούς νεροποσίας.
Περικλή, τί θα γενούμε;
πού θα πάμε να περνούμε
την ημέρα τη βραδειά μας;
Μας το κλείσανε, περντούτο!...
με το κλείσιμο του τούτο
λες πως κλείνει κι η καρδιά μας.
Ποτέ μου δεν επίστευα να κάνει φαλιμέντο,
μα τώρα κλάψε το κι εσύ
με μία θλίψη περισσή...
μη λησμονείς πως τόχαμε σαν άλλο Παρλαμέντο.[...]
Το καφενείο του Ζαχαράτου ήταν και φιλολογικό κέντρο και συγκέντρωνε και λόγιο κοινό, ανάμεσα στο οποίο συγκαταλέγονταν πεζογράφοι, ποιητές, ζωγράφοι, γλύπτες. Από τους παλαιότερους αναφέρονται τα ονόματα των Εμ. Ροΐδη και Αχ. Παράσχου, ενώ αργότερα ο κύκλος μεγάλωσε με Βώκο, Βλαχογιάννη, Δαμβέργη, Κονδυλάκη, Δημητρακόπουλο, Γιαννόπουλο, Σουρή, Σκίπη, Μαλακάση, Τσιριμώκο και πολλούς άλλους.
Γιάννη Τσαρούχη, Καφενείον "ΝΕΟΝ" (1956-1966), Εθνική Πινακοθήκη και μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου
Το καφενείο Νέον το 1920
Το Νέον σήμερα
Αντί μνημείων και μαυσωλείων
επί του τάφου μου καφενείον
ζητώ, ώ φίλοι, ν' ανεγερθή.
Όταν θα πίνουν καφέ οι άλλοι
γυμνόν κρανίον θε να προβάλλη
το άρωμά του να οσφρανθή!
Δημ. Παπαρρηγόπουλος
Φιλολογικά καφενεία και φιλολογικά σαλόνια! Φιλολογικά μπλογκς και φιλολογικές παρέες κι αυτοί που μας λένε ότι η αληθινή ζωή είναι έξω, κινδυνολογούν, υπερβάλλουν και δεν χαίρονται την εποχή τους, ας μου επιτραπεί. Γιατί και στα καφενεία πάμε και έξω ζούμε μια χαρά και χρήση των εργαλείων του διαβόλου ;) κάνουμε προς τέρψιν μας.
Και διαβάζοντας πολλούς από σας, που επιμένετε να γράφετε στην υπέροχη λόγια γλώσσα ή να μνημονεύετε παλιούς αγαπημένους ποιητές, μου δημιουργήθηκε μια γλυκιά νοσταλγία για την εποχή των αρχών του αιώνα που πέρασε και ξεφύλλισα το υπέροχο βιβλίο του Γιάννη Παπακώστα, «Φιλολογικά σαλόνια και καφενεία της Αθήνας» και σκέφτηκα να κάνω ένα ποστ εδώ και ένα αφιέρωμα πιο εκτενές στους Εκφραστές, για τα αγαπημένα καφενεία και σαλόνια της παλιάς Αθήνας, αλλά και τους θαμώνες και οικοδεσπότες.
Ο τίτλος του ποστ είναι από απόσπασμα... σπαρακτικού ποιήματος του πολυαγαπημένου Σουρή, όταν έκλεισε το καφενείον Ζαχαράτου, στην Ομόνοια.
Δεδομένης της τρέλας και του πάθους μου με τον καφέ και την Λογοτεχνία, θα επανέλθω δριμύτερη. Ως τότε, ότι προαιρείσθε από μαγικά στιχάκια των αγαπημένων ποιητών ή δικά σας, της όμορφης γλώσσας, ρίμας και ύφους, που παραπέμπουν στην παλιά Αθήνα...
Το Νέον σήμερα
Αντί μνημείων και μαυσωλείων
επί του τάφου μου καφενείον
ζητώ, ώ φίλοι, ν' ανεγερθή.
Όταν θα πίνουν καφέ οι άλλοι
γυμνόν κρανίον θε να προβάλλη
το άρωμά του να οσφρανθή!
Δημ. Παπαρρηγόπουλος
Φιλολογικά καφενεία και φιλολογικά σαλόνια! Φιλολογικά μπλογκς και φιλολογικές παρέες κι αυτοί που μας λένε ότι η αληθινή ζωή είναι έξω, κινδυνολογούν, υπερβάλλουν και δεν χαίρονται την εποχή τους, ας μου επιτραπεί. Γιατί και στα καφενεία πάμε και έξω ζούμε μια χαρά και χρήση των εργαλείων του διαβόλου ;) κάνουμε προς τέρψιν μας.
Και διαβάζοντας πολλούς από σας, που επιμένετε να γράφετε στην υπέροχη λόγια γλώσσα ή να μνημονεύετε παλιούς αγαπημένους ποιητές, μου δημιουργήθηκε μια γλυκιά νοσταλγία για την εποχή των αρχών του αιώνα που πέρασε και ξεφύλλισα το υπέροχο βιβλίο του Γιάννη Παπακώστα, «Φιλολογικά σαλόνια και καφενεία της Αθήνας» και σκέφτηκα να κάνω ένα ποστ εδώ και ένα αφιέρωμα πιο εκτενές στους Εκφραστές, για τα αγαπημένα καφενεία και σαλόνια της παλιάς Αθήνας, αλλά και τους θαμώνες και οικοδεσπότες.
Ο τίτλος του ποστ είναι από απόσπασμα... σπαρακτικού ποιήματος του πολυαγαπημένου Σουρή, όταν έκλεισε το καφενείον Ζαχαράτου, στην Ομόνοια.
Δεδομένης της τρέλας και του πάθους μου με τον καφέ και την Λογοτεχνία, θα επανέλθω δριμύτερη. Ως τότε, ότι προαιρείσθε από μαγικά στιχάκια των αγαπημένων ποιητών ή δικά σας, της όμορφης γλώσσας, ρίμας και ύφους, που παραπέμπουν στην παλιά Αθήνα...
Πλατεία Συντάγματος. Αριστερά η οικεία Βούρου, όπου και το καφενείο «Ζαχαράτου». Στο κέντρο η οικία Σκουλούδη και δεξιά το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετάνια», γράφει ο Γιάννης Παπακώστας. Το καφενείο Ζαχαράτου άνοιξε το Δεκέμβριο του 1888, απέναντι από την οικία Βούρου, στην οικία Γιαννοπούλου. Ανήκε στον επιχειρηματία Σπ. Ζαχαράτο, ο οποίος διατηρούσε και άλλα ανάλογα καταστήματα στην περιοχή της Ομονοίας.
Στου Ζαχαράτου λοιπόν σύχναζαν διάφοροι Αθηναίοι. Το μεγαλύτερο όμως μέρος των θαμώνων το αποτελούσαν συνταξιούχοι, υπάλληλοι και στρατιωτικοί, εμπορευόμενοι και κυρίως πολιτευόμενοι. Βουλευτές, ψηφοφόροι, δημοσιογράφοι, στρατιωτικοί. Εκεί ο Κονδυλάκης έγραφε το χρονογράφημα για την εφημερίδα του, οι βουλευτές έκλειναν τα ραντεβού τους με τους επαρχιώτες ψηφοφόρους τους, οι δημοσιογράφοι ολοκλήρωναν τα ρεπορτάζ τους από την Βουλή. Στην συνείδηση των θαμώνων ήταν ένα είδος βουλευτηρίου. Όταν λοιπόν διαδόθηκε η είδηση ότι θα κλείσει για να γίνει κινηματογράφος ο Γεώργιος Σουρής έγραψε το παρακάτω ποίημα:
Κλείνει μέγα καφενείον
αναμνήσεων σπανίων
Μη ρωτάς, ερατεινέ,
για το κράτος - συμφορά του!...
κλάψε για τον καφενέ
μοναχά του Ζαχαράτου.
Το θυμάσαι, Περικλέτο, το μεγάλο καφενείο,
των αργών το Πρυτανείο;
Για θυμήσου τί σπουδαίους
Γερουσίες και σοφαίς!...
ήτον οίστρος ο καφές
και κατέβαζαν ιδέαις.
Και εν πολέμω κι εν ειρήνη
έτρεχε καθείς να κρίνη
τα του κράτους εκεί πέρα.
Κύτταξέ το θλιβερά...
ποία νέα συμφορά
πολλών άλλων χειροτέρα
[...]
Περικλέτο δε βαστώ
να το βλέπω σφαλιστό.
Περικλή μηδαμηνέ,
πούχεις γλώσσα κουσκουδούρα,
δεν μπορώ σε ξεπεσούρα
να κυττώ τον καφενέ.
Όπου θα βγαζε και νέας
εις το μέλλον γερουσίας
ευφραδούς νεροποσίας.
Περικλή, τί θα γενούμε;
πού θα πάμε να περνούμε
την ημέρα τη βραδειά μας;
Μας το κλείσανε, περντούτο!...
με το κλείσιμο του τούτο
λες πως κλείνει κι η καρδιά μας.
Ποτέ μου δεν επίστευα να κάνει φαλιμέντο,
μα τώρα κλάψε το κι εσύ
με μία θλίψη περισσή...
μη λησμονείς πως τόχαμε σαν άλλο Παρλαμέντο.[...]
Το καφενείο του Ζαχαράτου ήταν και φιλολογικό κέντρο και συγκέντρωνε και λόγιο κοινό, ανάμεσα στο οποίο συγκαταλέγονταν πεζογράφοι, ποιητές, ζωγράφοι, γλύπτες. Από τους παλαιότερους αναφέρονται τα ονόματα των Εμ. Ροΐδη και Αχ. Παράσχου, ενώ αργότερα ο κύκλος μεγάλωσε με Βώκο, Βλαχογιάννη, Δαμβέργη, Κονδυλάκη, Δημητρακόπουλο, Γιαννόπουλο, Σουρή, Σκίπη, Μαλακάση, Τσιριμώκο και πολλούς άλλους.
31 σχόλια:
.
.
.
.
Η ζωή μου
Εγώ, Γεώργιος Σουρής, ιππότης του Σωτήρος,
και Χιώτης διαβολόλωλος αστείου χαρακτήρος,
επιχειρώ να σας ειπώ ξηρώς κι εν συντομία
τα μάλλον σπουδαιότερα του βίου μου σημεία,
προτού οι βιογράφοι μου καθ’ όλα μ’ ανατάμουν
κι εις όλην την υφήλιον ρεντίκολο με κάμουν.
Κατ’ άλλους είμαι γέννημα της ηρωίδος Χίου
και λέγουν πως εξ ευγενούς κατάγομαι στοιχείου,
πλην άλλοι παραδέχονται πατρίδα μου την Σύρον
και άλλοι περισσότεροι την νήσον των Κυθήρων.
Αλλά εγώ επιθυμώ να είμαι πάντα Χιώτης,
και κάποτε και Συριανός και ‘εσθ’ ότε Τσιριγώτης.
Αφιερωμένο στο Μηθυμναίο κι ευχαριστώ για την πρόσκληση!
Ο Σουρής δεν ήταν Χιώτης! Αλλά γούσταρε πολύ... :))))
Πεθαίνω για τέτοιους τρελάρες του κόσμου! ;)
Για καφενεία έγραψαν πολλοί, εδώ ο Ορέστης Λάσκος:
Το Μπάγκειον
Κάτω απ’ τα τόξα του υπογείου με τις τεφρές σκιές των,
και μες στην κούφια ατμόσφαιρα που μια σιγή αντηχεί,
της Κοινωνίας οι άχρηστοι κηφήνες, μοναχοί,
στο περιθώριον της ζωής διαγράφουν τις τροχιές των.
Και να, εκειδά στον καναπέ ο Μαρτίνος λυπημένος
για της Γιολάντας τον καημό χαμογελάει πικρά.
Ενώ ο Μπολέτσης σκυθρωπός, με τα όνειρα νεκρά,
στο τραπεζάκι αναγερτός καπνίζει αφηρημένος.
Ο Μπέζος, ο ήρεμος κι ωχρός, κι άλλοι δυο τρεις ζωγράφοι,
μες στο καρνέ τους μολυβιές τραβούν μηχανικώς.
Κι όμοια σαν μούμια αιγυπτιακή ο Βαγιάνος σοβαρός
μιαν απ’ τις μύριες κριτικές περί Καβάφη γράφει.
Ο Ζώτος, ο άρρωστος ποιητής με τη θλιμμένη φάτσα,
κάποιο τραγούδι σιγανά απαγγέλλει με λυγμούς.
Ενώ ο Μαράκης δίπλα του μουντός μες στους καπνούς,
χαράζει αδρά στο μούτρο του κάποια στυγνή γκριμάτσα.
Εκεί πιο πέρα ο Θοδωρής ο σαρκαστής, κι ο αστείος,
βήχοντας φτύνει αδιάφορος μια αιμάτινη σταλιά.
Κι ο Ανθίας ο αιθερομανής ποιητής σε μια γωνιά,
με μάτια κόκκινα, θολά, μονολογεί ηλιθίως.
Κι εγώ, που ως μες στα κύτταρα χωρίς να υπάρχει λόγος,
μια πλήξη απροσδιόριστη με κυβερνάει καιρό,
με την τρανήν αμφιβολία ενός Άμλετ στο μυαλό
τοποθετούμαι μες σ’ αυτό το πλαίσιον… αναλόγως.
Από: http://www.sarantakos.com/liter/laskos/mpagkeion.html
όπου και λίγα ακόμα για το Μπάγκειον.
@ Νίκος Σαραντάκος
Αγαπητέ Νίκο, καλωσόρισες! Πολύ σ' ευχαριστώ για το ποίημα και για το λινκ! Είναι πραγματικά συγκινητικό να διαπιστώνει κανείς το δέσιμο των ανθρώπων και κυρίως των ανθρώπων της Τέχνης, με τα στέκια τους. Αυτά της χαλάρωσης και της επικοινωνίας, με τη συνοδεία της ευωδιάς ενός καλοκαβουρδισμένου ελληνικού. Το Μπάγκειον λοιπόν, για τον Λάσκο και όλη την καλή παρέα, Λαπαθιώτη, Άγρα και λοιπούς! Και η παρωδία του Κερκυραίου Μπολέτση που έχεις στο άρθρο σου, απολαυστική! :)
Δεν ξέρω Νίκο μου, ίσως επειδή με αυτά μεγαλώσαμε, η γενιά μου εννοώ, γενιά Πολυτεχνείου, στα Νεοελληνικά Αναγνώσματα, τα λατρεύω. Με ενθουσιάζει η γλώσσα, το ύφος το περιπαικτικόν, το λεπτό χιούμορ το καυστικό.
Χίλια ευχαριστώ και πάλι! Πολύτιμες οι σελίδες σου στο δίκτυο!
Με κάνεις και κοκκινίζω, αγαπητή, για τα καλά λόγια, μιλ μερσί! Μια όμως και σε βρίσκω πρόχειρη, λύσε μου μιαν απορία. Σ'ένα παλιότερο σημείωμά σου είχες βάλει μερικά του Λαπαθιώτη, μεταξύ άλλων και το "Σαν τα φτερά του κύκνου ο ποιητής..." Επειδή δεν το βρίσκω στην έκδοση του Ζήτρου, που έχει τα άπαντα (αν και της λείπουν καμιά δεκαπενταριά ποιήματα τουλάχιστο) πες μου αν θυμάσαι πού το βρήκες!
νσ
@ Νίκος Σαραντάκος
Καλά είσαι απίστευτος! Με εντυπωσίασες! Τόσο καλά γνωρίζεις την ποίηση του Λαπαθιώτη;
Λοιπόν, το συγκεκριμένο ποίημα είναι από τα λιγότερο γνωστά του ποιητή και το είχε ποστάρει στους Εκφραστές το μέλος weaver, ο Γιώργος Ανυφαντής, ο οποίος είναι κινητό Λογοτεχνικό Αρχείο και όχι μόνο! Αν μπορώ να βοηθήσω σε ότι άλλο, μη διαστάσεις...
Υποθέτω ότι θα είναι σε παλιότερη συλλογή που ίσως την έχει ο Γιώργος ή σε κάποιο παλιό περιοδικό. Μπορείς να τον ρωτήσεις στο λινκ που σου έδωσα, φαντάζομαι θα γνωρίζεστε.
Εχω ξανα δηλώσει το κόλημά μου με τον Σουρή..
Ο Ρωμιός - Σουρής
Στον καφενέ απέξω σαν μπέης ξαπλωμένος,
του ήλιου τις ακτίνες αχόρταγα ρουφώ,
και στων εφημερίδων τα νέα βυθισμένος, κανένα δεν κοιτάζω κανένα δεν ψηφώ.
Σε μια καρέκλα το'να ποδάρι τεντόνω,
το άλλο σε μιαν άλλη, κι ολίγο παρεκεί
αφήνω το καπέλο κι αρχινώ με τόνο
τους υπουργούς να βρίζω και την πολιτική.
Ψυχή μου! Τι λιακάδα! Τι ουρανός! Τι φύσης!
αχνίζει εμπροστά μου ο καϊμακλής καφές
κι εγώ κατεμπνευσμένος για όλα φέρνω κρίσεις,
και μόνος μου τις βρίσκω, μεγάλες και σοφές.
Βρίζω Εγγλέζους, Ρώσους και όποιους άλλους θέλω
και στρίβω το μουστάκι μ'αγέρωχο πολύ
και μέσα στο θυμό μου κατά διαβόλου στέλνω
τον ίδιο τον εαυτό μου και γίνομαι σκυλί.
Φέρνω τον νου στον Διάκο και εις τον Καραΐσκο
κατενθουσιασμένος τα γένια μου μαδώ,
τον Έλληνα εις όλα ανώτερο τον βρίσκω
κι απάνω στην καρέκλα χαρούμενα πηδώ.
Την φίλη μας Ευρώπη με πέντε φασκελώνω
απάνω στο τραπέζι τον γρόθο μου κτυπώ...
Εχύθη ο καφές μου, τα ρούχα μου λερώνω
κι όσες βλασθήμιες ξέρω αρχίζω να τις πω.
Στον καφετζή ξεσπάω..φωτιά κι εκείνος παίρνει,
αμέσως άνω κάτω τον κάνω τον μπουφέ,
τον βρίζω και με βρίζει, τον δέρνω και με δέρνει
και τέλος...δεν πληρώνω δεκάρα τον καφέ.
Το πρώτο ποιημα που μου κόλησε στις αρχές των 70ς.. και καμιά 20αρια ακόμα που είχα μάθει απ'έξω..
Καληνύχτες και φιλιά:):)
@ koulpa
χαχαχαχαχαχα! Υπέροχο!!! Υπέροχο!!!
Ευχαριστώ πολύ κούλπα μου! Γέλασα πάρα πολύ, να είσαι καλά! Φανταζόμουν τον Σουρή με τον καφετζή να πλακώνονται! :)))) Μαγευτική σκηνή... Αχ τί όμορφα...
Και μόνο το ταξίδεμα στο τότε, έστω με τη φαντασία, δίνει ρε παιδί μου άλλη ανάσα. Άλλη αισθητική... ;)
Σ' ευχαριστώ πολύ μάτια μου!
Σε φιλώ! Καληνύχτα...
@ Νίκος Σαραντάκος
Καλά, μπήκα και είδα το αφιέρωμα σου στον Λαπαθιώτη και έμεινα άναυδη. Εκπληκτική δουλειά! Συγχαρητήρια! Να λοιπόν που το δίκτυο δικαιώνεται. Όχι ότι θα υποκαταστήσει το βιβλίο στην καρδιά μας, αλλά είναι τόσο εύχρηστα και προσβάσιμα όλα... μεγάλη υπόθεση!
Hταν ένας απίστευτος παππούς μιάς φίλης, κοντά στα 90 τότε.. που τον βαριόντουσαν οι υπόλοιποι.. αλλά ήταν ζωντανή ιστορία για μένα.. είχε τα πρωτότυπα της εφημερίδας "ο ρωμιός".. μου διάβαζε αποσπάσματα και τα έδενε με ιστορίες.. μου κόλησε και τον παλαμά και το Λασκαράτο..:):)
Αρχίζοντας, Γητεύτριά μου, να σ’ ευχαριστήσω για την αφιέρωση «Η Ζωή μου» του Σουρή. Μ’ έκανες να πάω στην αποθήκη να ξεσκονίσω τους δυο τόμους, ΤΑ ΑΠΑΝΤΑ του. Να τα ξανα-ξεφυλλίσω.
Μ’ αυτά τα παραδοσιακά καφενεία, τα οποία εγώ τα έζησα εκ του μακρόθεν, γιατί τότε ήμουν μικρός και δεν μας επέτρεπαν να πάμε, ύστερα έφυγα στα ξένα και με το που επέστρεψα οι καλλιτεχνικές ταμπέλες των, είχαν μετατραπεί σε «νέον» κι έγραφαν Καφετέρια, αλλά ούτε τους τότε ανθρώπους βρήκα εκεί παρά μόνο νέους μ’ ένα κινητό στο χέρι, να γράφουν μηνύματα, αδιαφορώντας τη συντροφιά των. Τέτοια ανία...
Με μέιλ μου σου έστειλα και κάτι άλλα. Γράψε μου αν το έλαβες...
@ Γητεύτρια: Σευχαριστώ για τα καλά λόγια. Η δουλειά με τον Λαπαθιώτη δεν έχει τελειώσει, θα βάλω και μερικά πεζά και κάποια αθησαύριστα ποιήματα. Απλώς, ars longa...
@Κούλπα: Ο απίστευτος παπούς της φίλης σου δεν είναι ο μόνος, κι ο δικός μου παπούς είχε όλα τα τεύχη του Ρωμιού. Γύρω στο 1965-67 ανατυπώθηκαν και (για να δεις ότι ο Σουρής διατηρούσε τη δημοτικότητά του) βρέθηκαν αρκετοί για ναγοράσουν τους εφτά τόμους και η ανατύπωση έχει εξαντληθεί.
...κι εγώ που νόμιζα πως μόνο η θεια μου ήταν φαν του Σουρή! Θα της δώσω λινκ.
Τι κάνεις; Τα ποστ πάντα πρώτα!
Αν διεξαχθεί σχετική ψηφοφορία έχεις την ψήφο μου.
ΥΓ Έχεις κάνει καμιά έρευνα σχετικά με τους ποιοητές που πέθαναν αλκολικοί;
@ koulpa
Και τον έχασες τον παππού αυτόν; Αυτοί οι παππούδες είναι πολύτιμοι καλέ μου! Και τα αρχεία αυτά, το ίδιο! Όμορφα πράγματα σε κόλλησε ο παππούς! Να είναι καλά όπου κι αν είναι! :)
Σ' ευχαριστώ Παναγιώτη για τα όμορφα που καταθέτεις από τις αναμνήσεις σου!
Πολλά φιλιά! :)
@ ΜΗΘΥΜΝΑΙΟS
Τα Άπαντα του Σουρή; Θα είναι και σε σπάνια έκδοση να υποθέσω;
Κανείς μας δεν τα χάρηκε αυτά τα καφενεία Στράτο μου. Πολύ μικρή θυμάμαι στην Κρήτη κάποια τέτοια, στα Χανιά στην κεντρική πλατεία, στα Νέα Καταστήματα, το καφενείο της Κατάκαινας(Κατάκη το επώνυμο του αποθανόντος συζύγου!)
Αυτό το καφενείο μάζευε Βενιζελικούς και θυμάμαι την οχλαγωγία, μια συγκεκριμένη μυρωδιά που υπάρχει ακόμα στα καφενεία στα Χανιά και την επιβλητική καπετάνισσα, την Κατάκαινα, νταρντανογυναίκα με έντονο στήθος, λεπτή μέση και μια μαντήλα μαύρη στο κεφάλι. Σαν αρχόντισσα Σεβιλιάνα τη θυμάμαι. Και φυσικά πώς να ξεχάσω τα «υποβρύχια» και τα λουκούμια που με κερνούσανε όλοι, που φωνάζανε: Τί θα πάρει η κοπελιά; :))))
Στην Αθήνα κι εγώ έζησα την εποχή της αμερικανιάς. Δυστυχώς.
Και οι ποιητές πια, στην Αθήνα, δεν έχουν ρε παιδί μου αυτό που είχαν οι παλιοί. Κλασικά στέκια στο κέντρο, που να μαζεύονται και να τους συναντάμε. Άσε που γίνανε και πολλοί και που να τους γνωρίσεις...:)
Στο μέιλ σου απάντησα. Σήμερα ήρθαν όλα μαζί.
Φιλιά πολλά!
@ νίκος σαραντάκος
Και δυστυχώς vita brevis! ;)
Καλή δύναμη και χωρίς άγχος. Πετάμε τα ρολόγια και δουλεύουμε χαλαρά... Κι ότι προλάβουμε... :)
@ ΩΣΗΕ
Καλώς τονε! Να 'σαι καλά για τον καλό το λόγο!
Για αλκοολικούς ή αυτοκτόνους, γιατί αυτά πάνε σχεδόν πακέτο, είχαμε κάνει στους Εκφραστές με τη Σοφία την Κολοτούρου, την εποχή του θανάτου του Λάγιου και λίγο μετά. Δεν είμαι εγώ όμως οργανωτική. Είμαι χύμα στο κύμα. Ότι μού 'ρθει κι όπως μου 'ρθει. Δεν μπορώ ένα θέμα. Βαριέμαι. Και διαρκώς πετάω από 'δω κι από 'κει... Χωρίς ταυτότητα και χωρίς προορισμό. Μου το έχουν χρεώσει, αλλά δε με νοιάζει...
Μια ζωή την έχουμε ωσηέ μου σωστά; Να μην την γλεντήσουμε; ;)
Φιλιά!
Ήταν μεγάλος.. γεννηθείς κάπου το 1880.. έφυγε το 1973.. ήταν κηπουρός στο βασιλικό κήπο.. ο μόνος αθηναίος που έχω γνωρίσει.. το ρωμιό τον μάζευε όταν εκδίδετω (φαντάζομαι τον αγόραζε ο πατέρας του).. και τα είχε δέσει σε δύο τόμους.. δεν τα είχε όλα βέβαια.. έμενε στο πατρικό του κοντα στο καλημάρμαρο.. μου έδινε κάτι μικρά (πολύ μικρά δεν κυκλοφορούν πια) γαλατάκια ζακχαρούχα.. είχε κι ένα παράξενο μηχανηματάκι που τα άννοιγε.. ψυλόλιγνος.. έκανε καθε πρωί σουηδική γυμναστική.. έμιαζε στο παλαμά στο πρώσωπο.. με χιούμορ και πολλές ιστορίες.. κρίμα που δεν υπήρχε βίντεο και μαγνητόφωνο τότε..:):)
Καληνύχτες και φιλιά:):)
@ koulpa
Να τα γράφεις αυτά όλα Παναγιώτη μου. Όπως είχες αρχίσει με τα βιογραφικά Οι πρώτες μου... :)
Ενδιαφέρουσες και συγκινητικές αναμνήσεις.
Καλή Κυριακή! Φιλιά! :)
«και μείς οι τρεις στο καφενέ
Τσιγάρο πρέφα και καφέ…»
«τα καφενεία όλα κλειστά…»
Καλησπέρα. Αλήθεια πρέφα ξέρεις;;
γλυκιά μου, άσε λίγο τη νοσταλγία, κι έλα να γελάσουμε! μην ξεχνάς, έχουμε κι 83 ώρες ακόμη! θα μου'ρθεις για ένα καφέ και μια πρότασις στο μπλογκ;:)
Φιλι γλυκο.. τα χειλη μου κι η
ανασα πυρωμενη!
Του καφενε η φιλη μου...
γινεται ερωμενη!
@ Νίκος
Τέλειο! Υπέροχος στίχος έτσι; :)
Δυστυχώς πρέφα δεν έμαθα. Παίζει όλη η πατρική μου οικογένεια μανιωδώς, εκτός από μένα. Από τότε που έμαθα πόκα, όλα τα άλλα τα βαριέμαι. Εσύ παίζεις πρέφα;
@ abttha
Το 83 δεν το κατάλαβα, αλλά απάντησα στο κάλεσμα. :) Ευχαριστώ κι από 'δω! Φιλιά!
@ Το δευτερο εγω
Ενδιαφέρον το δεύτερο εγώ σου! Δεν το κάνεις καλύτερα πρώτο; :)))))
Α,αυτο ειναι ευκολο.Ενα ειναι το καφενειο.'Η ΕΛΛΑΣ'!
Καλησπερα σας. -ΑΤΠ-
-ΑΤΠ-
Πολύ σωστά εκλεκτή μας! Ας το ακούσουμε από τη Μελίνα
Μια χαρούμενη Δευτέρα σας εύχομαι ολόψυχα! ;)
Στίχοι: Κ.Χ Μύρης
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Μαρία Δημητριάδη, Νίκος Ξυλούρης, Μελίνα Μερκούρη
Στο καφενείον η Ελλάς
Στο καφενείον η Ελλάς ο σαλτιμπάγκος
πουλά τα νούμερα φτηνά
δραχμή τα ακροβατικά
οι αλυσίδες δωρεάν
το πήδημα θανάτου δυο δραχμές
χωρίς σχοινιά
Περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
Ασώματος η κεφαλή περάστε κόσμε
την βρήκαμε στην Αφρική
καπνίζει πίνει και πονά
τρελαίνεται για μουσική
χορεύει με τα μάτια δυο δραχμές
ποιος θα τη δει
Περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
Στο καφενείον η Ελλάς οι θεατρίνοι
μ' ασετιλίνη και κεριά
τη Γκόλφω παίζουν στα παιδιά
με φουστανέλες δανεικές
και δάκρυ πληρωμένο δυο αυγά
και τρεις δραχμές
Περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
περάστε κόσμε
Εγω,βεβαια,το 'γραψα περισσοτερο ως παρωδια των ημερων(οχι οτι υπολειπεται και ως τραγουδι).Εκεινο που μ' αρεσει πολυ ομως ειναι το εξης:
ΕΝΑ ΚΙ ΕΝΑ
-----------
Στιχοι:Μανωλης Ρασουλης
Μουσικη:Νικος Παπαζογλου
Ενα κι ενα κανουν δυο
λενε μες το καφενειο.
Μα εγω,εγω με σενα
ενα κι ενα κανουν ενα.
Ενα κι ενα κανουν δυο
λενε στο μηχανουργειο.
Μα εγω,εγω με σενα
Θε μου γινομαι κανενα.
Ενα κι ενα κανουν δυο
λενε μεσα στο κουρειο.
Μα μετα τον Ησαια
ένα κι ενα κανουν τρια.
Προσεχως,ασματα και για βυρσοδεψεια,βουλκανιζατερ,εταιρειες πετρελαιοειδων...Ευχαριστω για την υπομονη σας.-ΑΤΠ-
@ -ΑΤΠ-
Το φαντάστηκα, αλλά το αντιπαρήλθα, προστατεύοντας την ψυχική μου γαλήνη. Ειλικρινά δεν αντέχω να μπω πάλι στο τριπ να συγχίζομαι με την ελληνική διαφθορά. Στρουθοκαμηλίζω κανονικά και κάνω την άσχετη. Παιδιά είναι ήρωας ο Έλληνας... Κυριολεκτώ...
Ο Ρασούλης μεγάλη τρέλα! Τον πάω με χίλια! Υπέροχο το ένα κι ένα του! Να 'σαι καλά!
το καφενείο του ζαχαράτου δεν ήταν στην ομόνοια, αν δεν κάνω λάθος... έτσι δεν είναι? γιατί στη λεζάντα της 1ης φωτογραφίας υπάρχει ένα μικρό λαθάκι.
Υπήρχαν δύο Ζαχαράτου. Ένα στην Ομόνοια κι ένα στο Σύνταγμα. Η λεζάντα είναι μια χαρά σωστή. ;)
Δημοσίευση σχολίου