Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2009

UGETSU MONOGATARI... Ιστορίες του χλωμού φεγγαριού μετά τη βροχή...























«Ουγκέτσου Μονογκατάρι» στα Ιαπωνικά σημαίνει, το χλωμό πρόσωπο της σελήνης μετά τη βροχή. Τυπικά λοιπόν είναι μια ιστορία του φανταστικού, μια ιστορία φαντασμάτων στην ουσία, βουτηγμένη στην πιο αμείλικτη πραγματικότητα, σκιαγραφώντας άριστα τα πάθη, τα όνειρα και τη μοίρα των ανθρώπων. Ένας μύθος διαχρονικός, κυριολεκτικά και μεταφορικά που ακόμα και μετά από 50 χρόνια εξακολουθεί να μιλά στα μάτια, στις καρδιές και το μυαλό. Αν και το σενάριο είναι βασισμένο σε ένα μύθο όμως, δεν υπάρχει τίποτα αφηρημένο και αυτή είναι και η ανωτερότητα γενικά των Γιαπωνέζων δημιουργών σε σχέση με τους δικούς μας Δυτικούς, που τις περισσότερες φορές είναι ανίκανοι να προβάλλουν τη μαγεία των παραμυθιών στο πανί.

Η ιστορία εκτυλίσσεται στα ταραγμένα χρόνια των εμφυλίων πολέμων Όνιν, στα μέσα του 15ου αιώνα και τις επιπτώσεις τους στους ανθρώπους επικεντρώνοντας στη ζωή δύο ζευγαριών. Το κεντρικό ζευγάρι είναι ένας φτωχός κεραμοποιός, ο Γκεντζούρο, ο οποίος θέλει να βγάλει χρήματα πουλώντας τα προϊόντα του στους αντιμαχόμενους στρατούς και η αφοσιωμένη σύζυγός του, Μιγιάγκι, που θα προτιμούσε ο σύζυγός της να μείνει σπίτι με το μικρό τους γιο χωρίς να ριψοκινδυνεύει στους δρόμους. Το δεύτερο ζευγάρι αποτελείται από έναν αγρότη, τον Τομπέϊ, που βοηθάει τον Γκεντζούρο στο εμπόριο, αλλά θα προτιμούσε να είναι ένας ένδοξος σαμουράϊ και την ατίθαση γυναίκα του, Οχάμα, η οποία γελοιοποιεί τις φαντασιώσεις του συζύγου της για στρατιωτική δόξα. Οι δυο άντρες αποφασίζουν να κατευθυνθούν προς την πόλη, χωρίς τις οικογένειές τους, για να πουλήσουν την πραμάτεια τους. Όταν τελικά φτάσουν κοντά στην πραγμάτωση των στόχων τους, ο πρώτος θα κερδίσει πολύ χρήμα και θα πέσει θύμα της γοητείας μιας πριγκίπισσας φαντάσματος κι ο δεύτερος επωφελούμενος από την αναταραχή του πολέμου, παριστάνοντας τον ήρωα που σκοτώνει τον αρχηγό του εχθρού, θα γίνει σαμουράι ανακαλύπτοντας κάποια στιγμή ότι η γυναίκα του έχει γίνει πόρνη σε ένα χωρίο εξαιτίας της δικής του εγκατάλειψης και των δεινών του πολέμου. Το όραμα της «υλικής» επιτυχίας γίνεται καπνός.

Το πιο δυνατό προτέρημα της ταινίας είναι η απόλυτη ισορροπία στην κίνηση μεταξύ ρεαλιστικού και απόκοσμου. Ο Μιζοκούτσι το πετυχαίνει αυτό καθοδηγώντας τη σκηνοθεσία μεταξύ μια νηφάλιας , σχεδόν ντοκυμαντερίστικης και αποστασιοποιημένης οπτικής και μερικών λυρικών και προσεκτικά χορογραφημένων σκηνικών, όπως η σκηνή στη Λίμνη Μπίουα, όπου τα δυο ζευγάρια συναντάνε ένα πλοίο φάντασμα στην ομίχλη.

To περίφημο «ανυπέρβλητο» κάδρο του Μιζογκούτσι είναι μοναδικό και αυτοφυές. Είναι ίσως ο μοναδικός σκηνοθέτης στον κόσμο που τολμά να χρησιμοποιεί συστηματικά αντικριστά πανοραμίκ πλάνα 180 μοιρών και μάλιστα χωρίς στιγμή να φαντάζει απλώς ως μία προσπάθεια εντυπωσιασμού του θεατή, όπως ίσως να φαινόταν σε κάποιον άλλο σκηνοθέτη. Η κίνηση της κάμερας είναι απλή, φυσική, δίνοντας μεγάλη σημασία στο ντεκόρ αλλά και στη θέση που καταλαμβάνουν σε αυτό οι ηθοποιοί.
Ένας πραγματικός μετρ της τέχνης του φοντί ανσενέ και του dissolve που τα αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ώστε να δημιουργήσει την αίσθηση.

Η οπτική βάση έχει πάντα ένα ακουστικό συμπλήρωμα που λειτουργεί με μια πλήρη εκφραστική αυτονομία. Η μουσική και οι ήχοι στην ταινία είναι μια αλυσίδα σημάτων παίζοντας έναν τυπικό ρόλο που προσδίδει την αντιρρεαλιστική αοριστία του μύθου. Έτσι η εικόνα μοιάζει να κολυμπάει μέσα στην ακουστική ατμόσφαιρα και ο ήχος να ακουμπάει την εικόνα και να την εξαϋλώνει.

Το 1953, το «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» τιμήθηκε με το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας και τον "Αργυρό Λέοντα" στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ κατατάχθηκε στις 10 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Παγκοσμίου κύρους κριτικοί αλλά και σκηνοθέτες έγραψαν μέσα σε αυτά τα χρόνια εγκωμιαστικά σχόλια και αναλύσεις καταλήγοντας στο ότι είναι ένα από τα πιο όμορφα φιλμ που έχουν φτιαχτεί ποτέ ή αλλιώς το εξέχον έργο του Ιαπωνικού κινηματογράφου .

Το «Ουγκέτσου Μονογκατάρι», του Κέντζι Μιτσογκούτσι δίκαια συγκαταλέγεται στις ομορφότερες στιγμές της Ιστορίας του παγκόσμιου σινεμά… Είναι ένα φιλμ ζωντανό, παιχνιδιάρικο, εύκολο και γεμάτο χιούμορ που δεν έχει καμία σχέση με τα «σοβαρά» και δυσνόητα, αριστουργήματα.

KENJI MIZOGUCHI

Ο Μιζογκούτσι είναι ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς του, και την ίδια στιγμή κάτι σαν γεννήτορας του μοντέρνου σινεμά της πατρίδας του και ο πιο επιδραστικός των σκηνοθετών της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου εντός και εκτός των συνόρων της. Δάσκαλος για δεκάδες δημιουργούς, από τον Κουροσάβα μέχρι τη νέα γενιά του σήμερα και διαμορφωτής μιας κινηματογραφικής γλώσσας που παραμένει επίκαιρη και ζωντανή, ο Μιζογκούτσι κέρδισε αργά την αναγνώρισή του στη Δύση, καθώς ο πρώιμος θάνατός του σε ηλικία 58 ετών άφησε την πορεία του στο κινηματογραφικό στερέωμα αν όχι ανολοκλήρωτη, τουλάχιστον ατελή. Ο Μιζογκούτσι ξεκίνησε σαν «κινηματογραφικός εργάτης» γυρίζοντας στην πρώιμη περίοδο της δουλειάς του μια ταινία μέσα σε λίγες εβδομάδες και φτάνοντας στο σημείο να υπογράψει σχεδόν πενήντα ταινίες στις δεκαετίες του ’20 και του ’30, οι περισσότερες από τις οποίες πλέον αγνοούνται. Οι πρώτες του δουλειές ήταν αναμφίβολα διερευνητικές, μεταφορές μυθιστορημάτων, διασκευές θεατρικών έργων και ριμέικ ταινιών του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Η δική του ταυτότητα, η αποκάλυψη της δικής του σκηνοθετικής σφραγίδας δεν θα ερχόταν παρά στα μέσα της δεκαετίας του ’30, όταν ο Μιζογκούτσι θα άρχιζε να εξερευνά θεματικές που τον απασχολούσαν και να γυρίζει ταινίες που μιλούσαν για τη μετάβαση της ιαπωνικής κοινωνίας από τον φεουδαλισμό στον μοντέρνο τρόπο ζωής, να εξερευνά το κοινωνικό πρόσωπο της τέχνης του σινεμά και να μιλά για τη θέση της γυναίκας στην ιαπωνική κοινωνία. Οι ταινίες του δίχως να στοχεύουν στον εύκολο συναισθηματισμό κατορθώνουν να γεννούν πλήθος συναισθημάτων, να εμπλέκουν απόλυτα τον θεατή και να προβάλλουν γεμάτες ομορφιά και εξαιρετικά δουλεμένη σκηνοθεσία ως ένα σύνολο σπάνιας λειτουργικότητας και τέχνης.


Πηγή κειμένου: Cinemascope.gr

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η ακριβεστερη ερμηνεια στα ιαπωνικα, οπως γραφεις και στον τιτλο του ποστ ειναι 'ιστοριες' (μονογκαταρι) της χλωμης σεληνης μετα τη βροχη.

Στην ελληνικη τηλεοραση ειχε παιχτει με τον τιτλο 'Παραμυθια της θολης σεληνης υστερα απο την βροχη'.

Κι εδω http://archive.sensesofcinema.com/contents/directors/02/mizoguchi.html λιγα ακομη για τον σκηνοθετη.

Καλημερα!

-ΑΤΠ-

Ανώνυμος είπε...

Και διορθωνω. Εδω http://archive.sensesofcinema.com/contents/directors/02/mizoguchi.html
λιγα ακομη για τον σκηνοθετη.

-ΑΤΠ-

μαριάννα είπε...

-ΑΤΠ-

Πρώτα απ' όλα να πω ευχαριστώ πολύ για τη συμπλήρωση. Και δεύτερον, μια χαρά λειτουργεί το λινκ που έδωσες φιλενάς. Γιατί διόρθωσες;
Όσο για τον τίτλο, όταν το είδα στο σινεμά πριν δυο χρόνια, καλοκαίρι, ο τίτλος ήταν «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» και είχα εντυπωσιαστεί με το πώς οι γιαπωνέζοι έκλειναν μέσα σε δυο λέξεις ολόκληρη φράση, αφού τους είχα για το αντίθετο...
Να 'σαι καλά κορίτσι!
Βλέπω Πάριο στον Σπύρο κι έχω συγκινηθεί... Άει σιχτίρ! Πώς περνάνε έτσι τα χρόνια... γκρρρρρ! 40 χρόνια Πάριος. Καλά να είναι! :)))

xrysoula_v είπε...

Φως χλωμού, βροχερού φεγγαριού και ο Πάριος στη μικρή μας οθόνη!

'Ξέρρεις τι ΄ναι να μην έχεις έναν φίλο κι από πάνω να σε δερνει κι ο βοριάς...'

Κι εγώ το Στην υγειά μας έβλεπα, Μαριάνα. Είδες κλάμα η Θεοδωρίδου;
M' εκείνο το 'μη φεύγεις, μη', είχα ρίξει κάτι σπαραγμούς στην αρχή της εφηβείας μου, άλλο πράγμα.
Και μακάρι να ήξερα το λόγο, το 'γιατί'. Σάμπως τώρα τον ξέρω, δηλαδή; Οχι, αλλά το νιώθω δυνατά, που να πάρει!!!
"Φεγγαράκι μου χλωμό, φεγγαράκι μου χαμένo. Τη ζωή μου πού να βρώ, που ειν' το νήμα της κομμένο', σιγοτραγουδούσε ο Βασίλης Παπακωνστανίνου, στους τότλους ενός παλιού σίριαλ -που δεν θυμάμαι πώς ακριβώς ήταν και σε ποιο κανάλι.

Ας μας βοηθήσον οι καιροί, να μη σεληνιαστούμε κιόλας. Ή μήπως θα 'πρεπε, με την καλή έννοια;

Καλή και ξεκούραστη Κυριακή να έχεις.

μαριάννα είπε...

xrysoula_v

Κι εγώ Χρυσούλα μου ανακάλεσα μνήμες. Στιγμές και πρόσωπα, κρυμμένα βαθιά σε μια άκρη της καρδιάς και στο ντουλαπάκι των αναμνήσεων.
Το Καθισμένος στο απέναντι παγκάκι, Συγγνώμη που σ' αγάπησα πολύ, Τί θέλεις να κάνω, Έλεγα να σου γράψω ένα γράμμα, Πιο καλή μοναξιά, Κόκκινο Γαρίφαλο...
και μια ατέλειωτη λίστα από τον Πάριο που αγαπήσαμε και που μεγαλώσαμε μαζί του. Μέχρι που ήρθαν οι έντεχνοι. Και καλώς ήρθαν. Αλλά αλλιώς έκλαιγα με τον Πάριο ρε παιδί μου! Το χόρταινα το κλάμα... :)))))))))

Καλή βδομάδα Χρυσούλα μου!